3 Νοεμβρίου 2016 στους κινηματογράφους και σε 3D. Οι δημιουργοί του «Σρεκ» έρχονται για να παρουσιάσουν ένα ανατρεπτικό κωμικό υπερθέαμα με υπέροχη μουσική και πρωταγωνιστές τους περίφημους, πολυαγαπημένους μας «Ευχούληδες»!
Καλώς ήλθατε σε έναν πολύχρωμο, φανταστικό κόσμο, κάτοικοι του οποίου είναι οι υπερβολικά αισιόδοξοι Ευχούληδες, που διαρκώς χορεύουν και τραγουδούν, και οι κωμικά απαισιόδοξοι Μπέργκεν, που είναι χαρούμενοι μόνο όταν έχουν χλαπακιάσει Ευχούληδες.
Μετά μια εισβολή των Μπέργκεν στο χωριό των Ευχούληδων, η Πόπη, ο πιο χαρούμενος Ευχούλης που γεννήθηκε ποτέ, και ο γκρινιάρης Κλωνάρης ξεκινούν ένα ταξίδι με στόχο την διάσωση των φίλων τους. Η αποστολή τους είναι γεμάτη περιπέτεια και ανατροπές, καθώς οι δύο αταίριαστοι σύντροφοι προσπαθούν να ανεχτούν ο ένας τον άλλον αρκετά ώστε να πετύχουν τον στόχο τους, κι έτσι θα μάθουν πολλά για την αναζήτηση της ευτυχίας, όπως και το τι μπορεί να κάνουν κάποιοι για να την αποκτήσουν.
Λίγα λόγια για την ταινία
Με πολλή μουσική και τραγούδια, ξεκαρδιστικούς χαρακτήρες, φωτεινά χρώματα, γκλίτερ, ατελείωτες αγκαλιές και –φυσικά- τα χαρακτηριστικά πεταχτά τους μαλλιά, οι Ευχούληδες ήρθαν για να μας κάνουν να αναρωτηθούμε πώς φερόμαστε στους άλλους και στον ίδιο μας τον εαυτό, και τελικά να μας βοηθήσουν να βρούμε την δική μας ευτυχία. Η ευτυχία, εξάλλου, πηγάζει από μέσα μας και μπορεί να είναι μια μεγάλη «κολλητική» δύναμη όταν εξαπλώνεται. Αυτή είναι μια δυνατή και επίκαιρη ιδέα, ειδικά στον σημερινό κόσμο, τον οποίο βαραίνουν ο αρνητισμός, ο φόβος και η έλλειψη ισορροπίας. Η ιστορία των «Ευχούληδων» επιμένει ότι καθένας από εμάς μπορεί να καταφέρει την αλλαγή μέσα από τη θετική σκέψη και τις δράσεις του, ενώ τονίζει τη σημασία τού να κάνεις το σωστό, ακόμη και όταν – ή μάλλον ειδικά όταν- αντιμετωπίζεις ανυπέρβλητα εμπόδια.
Η ευτυχία ήταν στο μυαλό των δημιουργών της ταινίας, Μάικ Μίτσελ και Ουόλτ Ντορν, από την πρώτη κιόλας στιγμή. Οι δυο τους είχαν δουλέψει μαζί στο πολυαγαπημένο franchise του «Σρεκ» και η περαιτέρω έρευνά τους γύρω από τα τέρατα και συναφή πλάσματα τούς οδήγησε στους Ευχούληδες. «Αρχικά τα πλάσματα αυτά ήταν υποτίθεται άσχημα και τρομακτικά, και σιγά-σιγά εξελίχθηκαν σε σύμβολα ευτυχίας», λέει ο Μίτσελ. «Η απλότητά τους, οι ατέλειές τους ήταν κάτι με το οποίο μπορούσες να ταυτιστείς και έκανε τους ανθρώπους να αισθάνονται καλά». Συνεχίζοντας την έρευνά τους, οι δύο δημιουργοί αποφάσισαν να βασιστούν στα μοτίβα της ευτυχίας και της αισιοδοξίας και να αφήσουν την φαντασία τους ελεύθερη. «Βρήκαμε τις ιδέες αυτές συναρπαστικές, όπως και την ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια ιστορία και μια μυθολογία από την αρχή», προσθέτει ο Ντορν. «Αποφασίσαμε ότι είχε έρθει η ώρα να μοιράσουμε λίγη χαρά τριγύρω μας. Ο Μάικ και εγώ ξεκινήσαμε από το μηδέν και δημιουργήσαμε τους χαρακτήρες, την ιστορία και τον κόσμο τους. Με την ευτυχία να μας καθοδηγεί, θέλαμε να δημιουργήσουμε μια ταινία που να αναμιγνύει την διασκέδαση, την περιπέτεια, το συναίσθημα, τη μουσική και τα χρώματα».
Από την άλλη, οι γείτονες των Ευχούληδων, οι Μπέργκεν, δεν είναι ούτε γαλήνιοι ούτε ειρηνικοί, και πρέπει οι Ευχούληδες να τους διδάξουν ότι η ευτυχία πηγάζει από μέσα σου και ότι μπορεί να έρθει με διαφορετικές μορφές.
Η περιπέτεια ξεκινά
Όταν την γνωρίζουμε για πρώτη φορά, η Πόπη είναι μια αιώνια οπτιμίστρια με μόνιμη θετική διάθεση, αυτοπεποίθηση και μεγάλες ικανότητες. «Η Πόπη δεν μοιάζει σε καμία άλλη πριγκίπισσα», λέει ο Μίτσελ. «Εκτός από φυσική ηγέτης, έχει και μια πιο εκκεντρική πλευρά, την οποία αγαπήσαμε και ενθαρρύναμε πολύ, δεν θέλαμε να είναι απλώς μια γλυκερή ηρωίδα. Θέλουμε τα κορίτσια να σταματήσουν να κοιτιούνται στον καθρέφτη και να καταλάβουν ότι είναι όμορφες και ικανές σαν την Πόπη!».
Ο σύντροφος της Πόπη είναι ο Κλωνάρης, ο μοναδικός πεσιμιστής Ευχούλης. Πολύ καιρό μετά την απελευθέρωση των Ευχούληδων από τους Μπέργκεν, εκείνος ήταν ο μόνος που συνέχιζε να βλέπει τους Μπέργκεν σαν απειλή, αλλά κανείς δεν τον πίστευε. Ο Κλωνάρης διαρκώς προετοιμάζεται για το χειρότερο και δεν είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος με τη ζωή του. Έχει χάσει την αίσθηση χαράς και βρίσκει περίεργη την υπερβολική θετική ενέργεια των γύρω του. Καθώς ξετυλίγεται η ιστορία, θα αναγκαστεί να αφήσει πίσω το παρελθόν του, ακόμη κι αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να στραφεί στο τραγούδι, το χορό, ή και τις αγκαλιές!
Ο Κλωνάρης συμβολίζει τους φόβους μας, καθώς και το πώς μας περιβάλλουν και μας αποτρέπουν από το να είμαστε ευτυχισμένοι – όπως και εκείνος, έτσι κι εμείς πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτούς χωρίς να τους αφήνουμε να κυριαρχούν. Φυσικά, με αυτά τα χαρακτηριστικά, δεν είναι να απορεί κανείς που εκείνος και η Πόπη δεν συνεννοούνται αρχικά. «Η Πόπη αγαπάει τον Κλωνάρη, γιατί αγαπάει τους πάντες και τα πάντα», λέει ο Μίτσελ. «Αυτό φυσικά ενοχλεί ακόμη περισσότερο τον Κλωνάρη, κάτι που είναι μπόνους για εκείνη. Οι σκηνές τους μάς προκαλούν το ίδιο τρυφερό συναίσθημα που βιώσαμε για τον Σρεκ και τον Γάιδαρο. Σιγά-σιγά, όμως, μαθαίνουν ο ένας από τον άλλο και αναγκάζονται να δουλέψουν μαζί».
Με την παλέτα και την ευρύτερη αισθητική της ταινίας, ο Μίτσελ και ο Ντορν αποτίουν φόρο τιμής σε μια θρυλική μορφή του κινηματογράφου κινουμένων σχεδίων, τον Ιάπωνα σκηνοθέτη, παραγωγό, σεναριογράφο και καλλιτέχνη Χαγιάο Μιγιαζάκι. «Πολλές από τις ταινίες του Μιγιαζάκι είναι σαν παραμύθια με περίεργα και υπέροχα πλάσματα», εξηγεί ο Μίτσελ. «Αυτές οι ιστορίες πραγματικά επηρέασαν τους “Ευχούληδες”, που ίσως ενίοτε μοιάζουν με… ρέιβ πάρτι αλλά είναι ταυτόχρονα σαν ένα όνειρο και παραμύθι».
Προσθέστε σε αυτό την μουσική και τα τραγούδια, αναπόσπαστα κομμάτια της αφήγησης, και έχετε μια ακαταμάχητη ιστορία, που χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ! «Συμβαίνουν πολλά δυσάρεστα στον κόσμο σε καθημερινή βάση. Γιατί να μην πάμε σινεμά και να δούμε κάτι που μοιάζει με πάρτι και να περάσουμε καλά;», λέει ο Μίτσελ, ενώ ο Ντορν προσθέτει: «Είναι ωραίο να κάνεις μια ταινία που σε κάνει να γελάς και μοιράζει απλόχερα την αισιοδοξία, θέτοντας ταυτόχρονα ουσιαστικές ερωτήσεις για το πώς προκύπτει η αισιοδοξία αυτή στις ζωές μας».
3 Νοεμβρίου στους κινηματογράφους
και σε 3D
Μάικ Μίτσελ |
|
Σενάριο |
Τζόναθαν Έιμπελ Γκλεν Μπέργκερ |
Παραγωγή |
Τζίνα Σέι |
Ηθοποιοί μεταγλώττισης |
Πηνελόπη Σκαλκώτου |
Φωτογραφία |
Γιονγκ Ντακ Τζουν |
Μοντάζ |
Νικ Φλέτσερ |
Σχεδιασμός παραγωγής |
Κένταλ Κρόνκάιτ |
Διάρκεια |
92’ |
Διανομή |
Odeon |